
6 years ago
by Despi
Η καρδιά της ευρωπαϊκής φεστιβαλικής κουλτούρας μεταφέρθηκε από τις 2 έως τις 6 Αυγούστου στην Ολλανδία και το Άμστερνταμ για την διοργάνωση του Dekmantel Festival 2017, ένα φεστιβάλ που πλέον μπορεί να θεωρηθεί ως ένας θεσμός συγκέντρωσης της σύγχρονης ηλεκτρονικής μουσικής και φυσικά αποτελεί πόλο έλξης για τους απανταχού ενδιαφερόμενους των πιο σύγχρονων ήχων της club μουσικής.
Το Dekmantel Festival πραγματοποιήθηκε και φέτος στους καταπράσινους χώρους του Amsterdamse Bos, σε απόσταση 20 περίπου χιλιομέτρων από το κέντρο του Άμστερνταμ, σε μία ιδανική τοποθεσία για διοργάνωση καλοκαιρινών φεστιβάλ. Επισκέπτες από όλο τον κόσμο βρέθηκαν εκεί για να αποτυπώσουν και να ζήσουν την εμπειρία ενός εκ των πιο πολυδιαφημισμένων φεστιβάλ παγκοσμίως σε ένα Σαββατοκύριακο φωτιά, καθώς παράλληλα με το Dekmantel η πόλη του Άμστερνταμ φιλοξένησε κατά την ίδια χρονική περίοδο το Pride όπως επίσης και το όχι και τόσο γνωστό Katharsis.
Το φετινό Dekmantel διήρκεσε 5 ημέρες, με το εναρκτήριο λάκτισμα να δίνει η 4ωρη συναυλία του Αμερικάνου μινιμαλιστή και avant-garde μουσικού Steve Reich σε συνεργασία με το μουσικό σχήμα κρουστών Slagwerk Den Haag από την Ολλανδία στο εντυπωσιακό Muziekgebouw Aan ‘T Ij. Δυστυχώς δεν μπορέσαμε να παρευρεθούμε στην συναυλία του Steve Reich διότι καταφθάσαμε στο Άμστερνταμ την δεύτερη ημέρα του φεστιβάλ για το έναυσμα των opening concerts του Dekmantel, τα οποία δημιούργησαν μία πολύ ενδιαφέρουσα οπτική σχετικά με τον εναρμονισμό του φεστιβάλ με την πόλη του Άμστερνταμ.
Η δεύτερη ημέρα του Dekmantel, ουσιαστικά παρουσίασε τον urban χαρακτήρα του φεστιβάλ καθώς πραγματοποιήθηκε κατά μήκος 5 σκηνών γύρω από το τον κόλπο IJ, στην προσκείμενη περιοχή του κεντρικού σιδηροδρομικού σταθμού Amsterdam Centraal. H δεύτερη ημέρα είχε επίσης απώτερο σκοπό να παρουσιάσει περισσότερο experimental, bass και ethnic acts και να διαφοροποιηθεί μουσικά από το house/techno μουσικό φάσμα που θα καταλάμβανε σχεδόν εξ’ ολοκλήρου το κομμάτι του φεστιβάλ στο Amsterdamse Bos.
Η αρχή για μας έγινε με το live του GAS (Wolfgang Voigt), ενός από τους ιδρυτές του θρυλικού label της Kompakt από την Κολωνία, ο οποίος επέστρεψε μέσα στο 2017 έπειτα από απουσία 8 χρόνων. Ambient εσωστρεφικά structures και μονότονα μοτίβα συνόδευαν τα περίτεχνα visuals που είχαν ως σημείο αναφοράς την φύση. Το live διάρκειας μίας ώρας του GAS ήταν ένας ιδανικός τρόπος για να απολαύσει κανείς την εξαιρετική ακουστική του Muziekgebouw Aan ‘T Ij όπου είχε τοποθετηθεί ένα ολοκληρωμένο ηχοσύστημα Funktion-One για τις ανάγκες του φεστιβάλ. Στον προαύλιο χώρο του Muziekgebouw Aan ‘T Ij είχε παράλληλα στηθεί ένα μίνι stage του ραδιοφωνικού Red Light στο οποίο παρέλασαν διάφορα local talents με φόντο τον κόλπο IJ και την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική της Ολλανδικής πρωτεύουσας, εν αναμονή του live set του Fatima Yamaha.
Ο Ολλανδός παραγωγός, άρρηκτα συνδεδεμένος με το Ολλανδικό label, ήταν σίγουρα από τα πιο αναμενόμενα acts του φετινού Dekmantel,γεγονός το οποίο φάνηκε και από την μαζική προσέλευση του κόσμου στο stage του Muziekgebouw Aan ‘T Ij. Ρυθμικοί disco ήχοι με μπόλικο μπάσο έκαναν τον κόσμο στο ακουστικό μέγαρο να κινείται ρυθμικά υπό τους ήχους των hits του Yamaha, σε ένα live το οποίο ουσιαστικά αποτέλεσε την έναρξη του φεστιβάλ.
Λίγο πριν τελειώσει ο Fatima Yamaha, μεταφερθήκαμε στο μικρότερο Bimhuis για να απολαύσουμε ένα από τα κρυμμένα highlights του φεστιβάλ, τον Αμερικανό Huerco S. σε μία από τις σπάνιες εμφανίσεις του. Ιδανικός για “κατέβασμα” από τους ήχους του Yamaha, ο Huerco S. παρουσίασε το ambient set του καθισμένος καθ’ όλη την διάρκεια της συναυλίας, απλός και χωρίς περιττά στοιχεία ταξίδεψε το κοινό του το οποίο βρισκόταν καθολικά με κλειστά τα μάτια κατά την διάρκεια της συναυλίας.
Σε κατάσταση ελαφριάς νιρβάνας από το live του Huerco S. αποφασίσαμε να περπατήσουμε κατά μήκος του κόλπου με προορισμό το σχετικά νέο spot του Άμστερνταμ, το club Shelter στο οποίο διοργανώθηκαν πολλά από τα sets που πλαισίωσαν το Dekmantel by Night, την νυχτερινή δηλαδή version του φεστιβάλ. Κατευθυνθήκαμε στο Shelter με σκοπό να ακούσουμε το live του Nathan Fake, για το οποίο δυστυχώς δεν προλάβαμε την είσοδο. 40 λεπτά αναμονής και 2 τσιγάρα μετά, το Shelter ετοιμάστηκε να ανοίξει και πάλι τις πόρτες του για το live του Andy Stott και το 3ωρο set των Demdike Stare, σε μία βραδιά που έφερε τον ήχο του Μάντσεστερ στον υπόγειο κόσμο της νυχτερινής ζωής του Άμστερνταμ.
Το Shelter είναι αυτή τη στιγμή ένα από τα 2-3 καλύτερα clubs του Άμστερνταμ (μαζί με τα De School και Radion) και η επιλογή του για το UK orientated night δεν ήταν τυχαία. Υπόγειο, σκοτεινό και ψηλοτάβανο, πλαισιωμένο από Funktion-One και με χώρο για 700 περίπου άτομα, το Shelter αποδείχθηκε ιδανικό για παντός τύπου rave. H μικρή επίγεια είσοδος του Shelter βρίσκεται στις όχθες του κόλπου ενώ η πρόσβαση από την πλευρά του Amsterdam Centraal είναι εφικτή μέσω ferry boats.
Με μία μικρή σχετικά αργοπορία ο Andy Stott ανέβηκε στην σκηνή και, λίγο οι δονήσεις από τα deep basslines, λίγο τα κοφτά beats του παραγωγού της Modern Love, ζέσταναν την ατμόσφαιρα και μάζεψαν τους παριστάμενους μπροστά. Για μία περίπου ώρα, ο Andy εξέπεμπε δυναμισμό και ουσία παρουσιάζοντας ένα δουλεμένο live βασισμένο σε ήχους που έχουν αναπτυχθεί και ανθίσει τα τελευταία χρόνια στον Βορρά της Αγγλίας. Το live του Stott ήταν το ιδανικό ξεκίνημα για τους βραδινούς επισκέπτες του Dekmantel, ενώ η συνέχεια κορυφώθηκε με το dj set των Demdike.
Οι Miles Whitaker και Sean Canty ανέβηκαν επί σκηνής για να παρουσιάσουν στο έμπειρο ακουστικά κοινό του Dekmantel το τι ακούγεται σε κατεύθυνση 493 χιλιόμετρα βορειοανατολικά. Επί τρεις περίπου ώρες οι Demdike Stare μας σφυροκόπησαν με uk garage, techno, drum ‘n’ bass, leftfield και μπόλικα breaks, φέρνοντας ό,τι καλύτερο είχαν στην δισκοθήκη τους.
Πέραν ενός μικρού περάσματος από το απογοητευτικό stage του “Tolhuistin“, όπου οι Γλασκωβέζοι Optimo απεδείκνυαν για άλλη μια φορά ότι είναι εξαιρετικοί selectors και djs, το μεγαλύτερο μέρος της βραδιάς κύλησε στο Shelter ως το πρωί. Με το τέλος του set των Demdike, η πρώτη ημέρα του Dekmantel είχε μόλις τελειώσει και προς την έξοδο του Shelter η αναμονή για το κύριο μέρος του φεστιβάλ μεγάλωνε.
Παρασκευή πρωί και το πρωινό ξεκίνημα του φεστιβάλ δεν παρουσίαζε ιδιαίτερο ενδιαφέρον οπότε η απόφαση για ξεκούραση ήταν μονόδρομος. Κατηφορίζοντας προς το φεστιβάλ, μέσω ενός πολύ όμορφου μονοπατιού καταμεσής του Amsterdamse Bos, το ενδιαφέρον εστιάστηκε στο dj set του Omar S στο εντυπωσιακό κεντρικό stage του Dekmantel.
Μετά τον εξονυχιστικό έλεγχο, το πρώτο πράγμα που έβλεπε κανείς ήταν το τεράστιο video wall κολλημένο στα χρώματα του Dekmantel, πλαισιωμένο από τα 4/4 detroit grooves του Omar S, δημιουργώντας ένα βέλτιστο ξεκίνημα της ημέρας καθώς η θερμοκρασία είχε ήδη αρχίσει να ανεβαίνει.
Συνέχεια ευθύς αμέσως στο Greenhouse για να προλάβουμε λίγο από την μινιμαλιστική, spacious techno του Joey Anderson για να ακολουθήσει εν συνεχεία το live των Juju & Jordash.
Αναλογικοί ήχοι από 909 μαζί με μια πληθώρα από vintage synths αυτοσχεδιασμούς έκλεψαν την παράσταση στο live των δύο αγαπημένων Ολλανδών του Dekmantel, λίγο πριν φτάσει η ώρα για το καλύτερο ίσως live act που ακούσαμε σε όλο το φεστιβάλ.
Λίγο πριν το τέλος του live των Juju & Jordash το Greenhouse stage του φεστιβάλ άρχισε να ασφυκτιά από την μαζική προσέλευση κόσμου για το επερχόμενο live του “the wizard” Jeff Mills και του legendary Νιγηριανού drummer Tony Allen. Σε λίγη ώρα, οι δυο τους είχαν ανέβει στην σκηνή, μαζί με έναν τρίτο, πολύ χαμογελαστό κύριο (του οποίου ποτέ δεν μάθαμε το όνομα), ο οποίος βρισκόταν στα πλήκτρα, και μας παρουσίασαν ένα live αντάξιο της φήμης τους.
Η αριστοκρατική φιγούρα του Mills έδενε ιδανικά με τον ιδιαίτερα κεφάτο Allen και η παρουσία τους στο εμπνευσμένο από θερμοκήπιο stage ήταν μία εμπειρία που δύσκολα θα ξεχάσουν όσοι παρακολούθησαν το performance τους. To live αυτό ήταν μία από τις σπάνιες συναντήσεις των δύο αυτών μουσικών ιδιοφυών, οι οποίοι για μία ώρα προσέφεραν στο κοινό τους ένα αυτοσχεδιαστικό live που εξερεύνησε το κοινό έδαφος μεταξύ της techno, της electronica και του drumming.
Σίγουρα ένα από τα πλεονεκτήματα των φεστιβάλ τύπου Dekmantel είναι ότι δίνεται η ευκαιρία στους παρευρισκόμενους να παρακολουθήσουν μέσα σε ένα τεράστιο μουσικό συνονθύλευμα, σπάνιες εμφανίσεις όπως αυτή των Mills και Allen. Ιδιαίτερα ικανοποιημένοι μετά το live κινηθήκαμε για κλείσιμο στο Boiler Room stage όπου ο εξαιρετικά underrated Γάλλος Voiski είχε μαζέψει όλα τα synths του και παρουσίασε ένα ρεσιτάλ cold wave και techno ήχων, λίγο πριν αναλάβει ο Job Jobse για το κλείσιμο της πρώτης ουσιαστικά ημέρας του φεστιβάλ.
Αν και το Σάββατο ξεκίνησε κάπως αργά για το φεστιβαλικό team, παρόλα αυτά δεν απογοήτευσε καθώς είχαμε την τιμή να ακούσουμε κάποια από τα καλύτερα sets του φεστιβάλ τόσο κατά την διάρκεια της ημέρας όσο και κατά την διάρκεια της νύχτας. Η ακουστική περιπέτεια ξεκίνησε αρχικά με την Nina Kraviz που παρουσίασε ένα μέτριο guest dj set στην σκηνή του Boiler Room, στην οποία μάλιστα επικρατούσε ένας κακός χαμός με τις φωτογραφίες και τα βίντεο να δίνουν και να παίρνουν.
Φευγαλέα ακούσαμε και τoν πασίγνωστο Marcel Dettmann να έπεται από την Ρωσίδα Inga Mauer στην εξωτερική σκηνή Selectors, των οποίων όμως οι επιλογές αν και είχαν διαχρονικό χαρακτήρα και έντονη δυναμική, αντίστοιχα δεν κατάφεραν να διεγείρουν όλα τα εγκεφαλικά μας κύτταρα και να μας ταρακουνήσουν, κάτι το οποίο και επιτεύχθηκε τελικά στο UFO stage.
Με Donatto Dozzy και Peter Van Hoesen να κρατάνε τα ινία χαμένοι πίσω από καπνούς στο βάθος της σκηνής, δόθηκε στο κοινό η ευκαιρία να απολαύσει ένα υβριδικό σετ του οποίου τα vibes ταρακούνησαν κάθε σπιθαμή της μοναδικής κλειστής σκηνής από τις έξι στο σύνολο του φεστιβαλικού χώρου. Με αστείρευτη ενέργεια και όρεξη να μας μαγέψουν, τελικά τα κατάφεραν, αφού το 4ωρο σετ τους μας ταξίδεψε νοερά στο υπερπέραν με την μουσική τους να αγγίζει τα όρια της φαντασίας.
Όσο περνούσε η ώρα, τόσο η ακουστική περιπέτεια μετατρεπόταν σε εγκεφαλική και τελικά η ημερήσια εμπειρία μας τελείωσε με τον Vladimir Ivkovic από το Βελιγράδι. Με την πολυετή του εμπειρία ως resident του γνωστού club στο Duesseldorf, Salon Des Amateurs, μας ηλέκτρισε για τα καλά με τις επιλογές του να κυμαίνονται στο ευρύ φάσμα της experimental electro και γενικότερα ήχους που δύσκολα τους χωράνε καλοδουλεμένα καλούπια.
Το βράδυ, τις πόρτες του άνοιξε για δεύτερη συνεχόμενη βραδιά το Shelter, το οποίο κατάντησε τελικά δεύτερο σπίτι μας. Πριν όμως περάσουμε στο τρίτο και τελευταίο βράδυ που μας φιλοξένησε το εν λόγω club που αγαπήσαμε, αξίζει στο σημείο αυτό να αναφερθούμε στα δυο αξέχαστα sets που μας προσέφεραν δύο από τους καλύτερους Βρετανούς djs αυτήν την στιγμή στον χώρο, έκαστος στο είδος του. Ο λόγος για τον Call Super και τον Joy Orbison, με τον πρώτο να εδρεύει στην πρωτεύουσα της Γερμανίας και τον δεύτερο στο Λονδίνο, που κατάφεραν να κατακτήσουν ίδια θέση στην καρδιά μας με τα ιδιαίτερα συναισθηματικά φορτισμένα sets τους που ετοίμασαν ειδικά για το φεστιβάλ, με τον Joy O μάλιστα, να καταφέρνει να μας φτάσει στον παράδεισο, όπου οι λέξεις φαντάζουν φτωχές για να τον περιγράψουν.
Η Κυριακή, που αποτέλεσε και την τελευταία μέρα του φεστιβάλ, ξημέρωσε καλά σε αντίθεση δυστυχώς με το πως εξελίχθηκε, μιας και συνεχώς βρισκόμασταν στην αναζήτηση του θεόσταλτου εκείνου set το οποίο φάνηκε να βρίσκουμε προς το τέλος στις επιλογές των επίσης Βρετανών Objekt και Call Super στο Selectors Stage με την χαρακτηριστική μεγάλη ιτιά. Με τους δυο τους να πηγαίνουν b2b με μουσικές επιλογές βαρύτατα επηρεασμένες από την γενέτειρά τους, βρεθήκαμε άλλοι να χάσκουμε με τα κομμάτια και άλλοι να εκτιμούμε την διαχρονικότητά τους.
Για ανεξήγητους λόγους αφήσαμε πίσω μας την σκηνή των Selectors και μεταφερθήκαμε στο Boiler Room όπου o Blawan φαίνεται να συνέπαιρνε το κοινό του σε διαστημικά ταξίδια, τα οποία όμως δυστυχώς δεν καταφέραμε να ζήσουμε καθώς το πανηγύρι που επικρατούσε κούραζε το μάτι μετά από κάποια στιγμή και δεν θα ήταν πρέπον για τον καλλιτέχνη να στεκόμαστε σαν ζόμπι προκειμένου να αποφύγουμε την οπτική φασαρία.
Τελικά, η αναζήτηση μας οδήγησε στην γνώριμη ζεστασιά της σκηνής UFO οπού οι British Murder Boys Live (Surgeon & Regis) μετέφεραν την διαστημική industrial techno του Birmingham στους πυρήνες του Dekmantel. Ιδανικό σφυροκόπημα για την λήξη του φεστιβάλ που μας ανανέωσε την όρεξη για λίγη ακόμα συνέχεια.
Η τελευταία βραδιά του φεστιβάλ μας βρήκε για ακόμη μια φορά να παίρνουμε το καραβάκι για την απέναντι πλευράς της πόλης και να κατεβαίνουμε για τρίτη συνεχόμενη φορά τα σκαλιά του “Καταφύγιου” όπου αυτήν την φορά μας το σέρβιραν κρύο ο Regis με το δίδυμο των αδερφών Truss & Tessela (Overmono).
Με κολασμένη techno μας κούνησαν για τα καλά, ενώ έκαψαν πολλά εγκεφαλικά κύτταρα μέχρι το σημείο που ο Regis πέταξε αυτό που πολλοί από εσάς θα αναγνωρίζετε και μας έστειλε αδιάβαστους! Το καλύτερο κλείσιμο!
Συνολικά, οι εντυπώσεις που μας άφησε το Dekmantel ήταν κατά γενική ομολογία θετικές παρ’ όλο που οι μικρές λεπτομέρειες έκαναν την διαφορά και το γεγονός ότι το Dekmantel είναι ένα σχετικά νέο φεστιβάλ, αφήνει περιθώρια για βελτίωση σε πολλούς οργανωτικούς κυρίως τομείς (π.χ. μετακινήσεις και information points).
Μουσικά, το φεστιβάλ θα μπορούσε να είναι λίγο πιο διευρυμένο και να παρουσίαζε περισσότερες συνεργασίες μεταξύ μουσικών. Η πρωτοτυπία και η καινοτομία ήταν πράγματα που για εμάς έλειπαν από το φεστιβάλ.
Σίγουρα η παρουσία του Selectors stage, όπου οι καλεσμένοι djs καλούνται να παίξουν κομμάτια που δεν θα έπαιζαν διαφορετικά, είναι πρωτότυπη και προσδίδει μία διαφορετική νότα στο κατ’ εξοχήν house/disco/techno μουσικό φάσμα που καλύπτει το Dekmantel.
Ο περισσότερος κόσμος πάντως σίγουρα απήλαυσε το Dekmantel Festival, και με το παραπάνω! Σαφώς δικαιολογημένα συγκαταλέγεται ανάμεσα στα κορυφαία φεστιβάλ του κόσμου, καθώς παρόμοια line-ups δύσκολα συναντώνται σε αντίστοιχες διοργανώσεις. Ραντεβού του χρόνου ξανά, για μια νέα μουσική εμπειρία…