
10 years ago
by Nikos
Λοιπόν δεν ξέρω τι λέτε εσείς αλλά κάθε φορά που ακούω αυτό το κλισεδακι ότι ”ρε συ στην Ελλάδα ζούμε που να ακούσεις εκείνη ή την άλλη μουσική” ή ”κοίτα εδώ μπουζούκια είναι η φάση” αρχίζει να μου την βαράει στα μινίγκια.
Όταν τα λες αυτά μάλλον αγνοείς ή θέλεις να αγνοείς το ελληνικό undergourd. Και ναι δεν πρόκειται να γίνει η κύρια κουλτούρα στα κοντά γιατί είναι Underground. Λες και πολλοί την βρίσκουν σε συναυλίες αρένας με φαντασμαγορικά live shows, 15 χορευτές, σαράντα led οθόνες, 60.000 άτομα γύρω γύρω και μισή κούπα βότκα.
Το ελληνικό underground καλά κρατεί και ευτυχώς έρχονται καινούργιες κυκλοφορίες για να μας το θυμίσουν. Και αυτή που θα απασχολήσει το συγκεκριμένο άρθρο είναι το ολοκαίνουργιο άλμπουμ των This is Nowhere.
H μπάντα από την Θεσσαλονίκη σχηματίστηκε το 2009 και έχει μέχρι στιγμής δύο πολύ ενδιαφέρουσες κυκλοφορίες στην κοοπερατίβα Hands In Sand.
Tο πρώτο full length album τους έρχεται μέσα στον Γενάρη με τίτλο Turn On, Tune Down, Drop D, που μάλλον σαν παρότρυνση ακούγεται και κιθαριστικο τιπ παρά για όνομα δίσκου.
Κυκλοφορεί μέσα από την Nasoni Records, εταιρεία με έδρα το Βερολίνο και με συμμετοχές στο roster της από ονόματα όπως οι Colour Haze, Night Stalker, Electric Moon, Purple Overdose, Siena Root και πολλοί άλλοι.
Προσωπικά είχα την τύχη να το ακούσω και να λοιπόν πέντε κουβέντες για ένα δίσκο που σίγουρα θα παιχτεί αρκετές φόρες στο επόμενο διάστημα.
Το άλμπουμ ξεκινάει κάπου μεταξύ μπλουζ και ψυχεδέλειας με τo πρώτο κομμάτι να σε παραπέμπει στον αμερικανικό νότο με αρκετές αναφορές σε μουσικά μοτίβα του ροκ της ερήμου, αποτελώντας μια καλεί εισαγωγή στον ήχο των This Is Nowhere.
Αρκετή δόση θορύβου, με την καλή έννοια πάντα, πλαισιώνει ολόκληρη την παραγωγή και οι Τ.Ι.Ν. δεν φοβούνται να πειραματιστούν περνώντας μια μικρή βόλτα από την noise/rock πλευρά της σελήνης, με μέτρο.
Καθώς προχωράνε τα κομμάτια του δίσκου μπαίνεις σε μικρές μουσικές διαδρομές με αρχή μέση και τέλος. Συνδετικός τους κρίκος είναι η psych αισθητική και οδηγοί σε αυτές είναι τo χαμηλοκουρδισμένο μπασοκίθαρο του Jay O’ Leen ο οποίος έχει επιμεληθεί και την παραγωγή του δίσκου.
Οι παραμορφωμένες μπασογραμμές του Bateman ίσως είναι ένα από τα ενδιαφέροντα συστατικά του άλμπουμ. Χαρακτηριστηκά επίσης είναι και τα φωνητικά του Manuel POV που τον έχουμε συνηθίσει σε φωνητικές εκρήξεις στα διάφορα lives, πράγμα που δεν λείπει και στον δίσκο.
Στα τύμπανα ο Nick Nague με το παίξιμό του δίνει μια στιβαρή και ουσιώδης ρυθμική ραχοκοκαλιά που κρατάει τον κατά τ’ άλλα απογειωμένο ήχο του δίσκου γερά στην γη.
Όποιος ακούσει τον δίσκο πιθανόν να νιώσει μια οικειότητα. Ίσως η μπάντα σε αυτό το πρώτο άλμπουμ της κατάφερε να συμπυκνώσει αρκετά ακούσματά της με τον ιδιαίτερο δικό της τρόπο.
Είπαμε, η μουσική, ειδικότερα στους ανθρώπους που ας πούμε την δημιουργούν, ενσωματώνεται στους ίδιους διά της όσμωσης. Όποτε με άλλα λόγια οι φίλοι της συγκεκριμένης σκηνής σίγουρα θα εκτιμήσουν το συγκεκριμένο άλμπουμ.
Η αλήθεια ότι δεν κατάφερα να ξεχωρίσω ποιο κομμάτι μου άρεσε περισσότερο. Τα Τwo Nights και Moondub μου θύμισαν ωραίες στιγμές από ζωντανές εμφανίσεις της μπάντας τον τελευταίο καιρό. Φυσικά το κομμάτι που σιγοτραγουδάω καθώς πληκτρoλογώ είναι το Theme For Bootsy.
Πληροφοριακά το LP κυκλοφορεί σε λίγο καιρό σε 500 αντίτυπα από την Nasoni Records, ενώ ήδη μπορείτε να το βρείτε στην ψηφιακή του μορφή μέσα από το bandcamp εδώ. Την γραφίστικη επιμέλεια την ανέλαβε η Original Replica, ενώ ο δίσκος γράφτηκε στο Shellac Studio.
Το κάθε LP θα συνοδεύεται από ένα μπόνους CD που θα περιέχει και τρία remixes σε tracks του άλμπουμ από τους Sony Touch, Plughead και One Point Two.
Αυτήν την Τετάρτη 22/1 οι Τhis Is Nowhere γιορτάζουν την κυκλοφορία του νέου τους δίσκου με ένα live show στο Rover Bar στην Θεσσαλονίκη, όπου θα παίξουν με ανανεωμένη την σύνθεσή τους αφού drummer τους πλέον είναι ο Captain Tzek. Το live αναμένεται να ξεκινήσει μετά τις 22.00 και εισέρχεστε ελεύθερα.