Οι Τρεις θρυλικές “Jones”

Ένα αφιέρωμα σε τρεις θεότητες της μουσικής, με ελάχιστα κοινά μεταξύ τους όπως για παράδειγμα : η Νέα Υόρκη , η Τζαμάικα , η νότια Καρολίνα, ο χορός και ένα επώνυμο.

Οι Τρεις θρυλικές “Jones” / various

3 years ago
by

 

SandraPumaJones (5 Οκτωβρίου 1953—28  Γενάρη 1990)

Γεννημένη στην  Columbia της South Carolina των ΗΠΑ η Jones αποφοίτησε  από το  Columbia University και αργότερα δούλεψε ως κοινωνική λειτουργός στη Νέα Υόρκη. Έμαθε να χορεύει στο χορευτικό συγκρότημα του  Chuck Davis όπου επικεντρώθηκε στον Αφρικανικό χορό. Απογοητευμένη από την ζωή στην πόλη αποφάσισε να ανακαλύψει τις ρίζες της και να πάει στην Jamaica αρχικά για διακοπές και αργότερα ψάχνοντας για δουλειά.

Το ’78  συναντά τον Ras Michael ο οποίος της σύστησε τον  Derrick “Duckie” Simpson. Ο Duckie εκείνον τον καιρό σκόπευε να μεγαλώσει τους Black Uhuru κάνοντας κάποιες αλλαγές με την ένταξη του Michael Rose στην μπάντα. Έτσι η Jones μπαίνει στους Black Uhuru το 1979  για να ηχογραφήσουν το album Showcase. Από τότε τραγούδησε σε 7 studio albums τα οποία είναι και τα πιο αντιπροσωπευτικά του συγκροτήματος με κορύφωση το Grammy του 83’ για το album Anthem.

Η Puma Jones αποτέλεσε αναπόσπαστο κομμάτι των θρυλικών Βlack Uhuru επηρεάζοντας την μπάντα σε κοινωνικό και πνευματικό επίπεδο. Αξίζει να σημειωθεί πως εκείνη την περίοδο στην Jamaica  οι reggae μουσικοί συνήθιζαν να σνομπάρουν τις γυναίκες όσον αφορά τη συμμετοχή τους σε μπάντες. H Jones συνέχισε με την μπάντα και μετά την αποχώρηση του Michel Rose, αλλά κάποια στιγμή κατά την διάρκεια των ηχογραφήσεων στο album Positive το 1987 διαγνώστηκε από καρκίνο του μαστού.

Καθώς η υγεία της χειροτέρεψε, δεν μπορούσε να συνεχίσει με τις ηχογραφήσεις και το album ολοκληρώθηκε με backing vocals συμπληρωματικά από την Οlafunke Reid.  Η Jones γύρισε στη Νέα Υόρκη για θεραπείες και απεβίωσε στις 28 Γενάρη του 1990 στα 36 της χρόνια. Αργότερα θάφτηκε κοντά στο πατρικό της στην Νότια Καρολίνα.

Παρόλο που το group των Black Uhuru το οποίο συνεχίζει έως και σήμερα, έχει αλλάξει αρκετούς front man – η μοναδική αναντικατάστατη φωνή και παρουσία ακόμα και τώρα εξακολουθεί να είναι αυτή της Puma!

Grace Jones 19 Μαΐου 1948

Η Grace Jones γεννήθηκε στην Jamaica. Κόρη του  Robert W. Jones o οποίος ήταν πολιτικός και αποστολικός ιερέας. Το 1965 μετακομίζουν με τους γονείς της και τον αδερφό της στο Syracuse της Νέας Υόρκης όπου και σπούδασε θέατρο στο Onondaga Community college. Στην συνέχεια δούλεψε ως μοντέλο σε Νέα Υόρκη και Παρίσι με μεγάλη επιτυχία.

Το 1977 η  Jones υπέγραψε συμβόλαιο με την Island records με την οποία κυκλοφόρησε 3 ντίσκο albums : Portfolio (1977), Fame (1978)  και  Muse (1979) τα οποία κατάφεραν να έχουν μεγάλη εμπορικότητα.  Ποπ μελωδίες , disco beats  φέρανε  hits όπως το Summers Night, On Your Knees, Do Or Die, What If Did For Love και πολλά άλλα.

Εκείνη την περίοδο  είχε γίνει η μούσα του Αndy Warhol, ο οποίος την φωτογράφιζε συχνά. Η Jones τον συνόδευε συχνά στο πολύ γνωστό nightclub της Νέας Υόρκης, Studio 54. Τα όμορφα πολύχρωμα εξώφυλλα των πρώτων album και κάποιων singles φτιάχτηκαν από τον συνεργάτη του Warhol, Richard Bermstein.

Στα τέλη των 70’s θέλησε να προσαρμοστεί στο ανερχόμενο new wave αλλά φτιάχνοντας κάτι λίγο διαφορετικό  που να είναι δικό της. Συνέχισε με την Island Records και με τον παραγωγό Chris Blackwell, τον Alex Sadkin και τους Compass Point All Stars  βγάζοντας τα albums Warm leatherette (1980 ) και Nightclubbing (1981) με διασκευές διάφορων γνωστών καλλιτεχνών όπως Sting,  Iggy pop, David Bowie. Ο Chris Blackwell και το μπάσο-τύμπανο Sly & Robbie (Black Uhuru) είχαν βάλει αρκετές reggae επιρροές μέσα σε αυτά τα album. Φυσικά δεν έλειπαν και κομμάτια που είχε γράψει η ίδια η Jones όπως το  “A Rolling stone” και το “Feel up”.

Η Jones κατάφερε να μπει στα Τοπ 40 των βρετανικών charts με τα “Pull Up To The Bumper”, “I’ve Seen That Face Before”, “Private Life” και “Slave To The Rhythm”. Το 1982 κυκλοφόρησε και συλλογή μουσικών βίντεο, ονόματι A One Man Show, σε σκηνοθεσία Ζαν-Πολ Γκουντ, με τον οποίον είχε συνεργαστεί κι άλλες φορές στο παρελθόν.

Κατά το τέλος της δεκαετίας του 1970 και τις αρχές της επόμενης δεκαετίας, η Jones, ξεκίνησε να εμφανίζεται και σε αμερικανικές ταινίες χαμηλού budget. Το 1984, εμφανίστηκε στην πρώτη της mainstream ταινία, το Conan the Destroyer μαζί με τον Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ. Την επόμενη χρονιά συμμετείχε και στην ταινία της σειράς James Bond, A View to a Kill μαζί με τον Ρότζερ Μουρ, ενώ την επόμενη χρονιά εμφανίστηκε και στο Vamp. Το 1992, συμμετείχε και στην ταινία Boomerang με τον Έντι Μέρφι, ερμηνεύοντας κιόλας κι ένα τραγούδι. Ωστόσο, οι εμφανίσεις της στον κινηματογράφο μειώθηκαν αισθητά. Για τους προαναφερθείς ρόλους είχε υποψηφιότητες για βραβείο Υποστηρικτικού Ρόλου, στα Βραβεία Saturn.

Το 1999, η Jones εισήλθε στη λίστα του VH1 με τις 100 Σπουδαιότερες Γυναίκες της Rock ‘n’ Roll και το 2008 έλαβε το βραβείο του Q-Idol, από το περιοδικό Q. Μεγάλη ήταν η συνεισφορά της στο κίνημα του cross-dressing της δεκαετίας του 1980, εμπνέοντας καλλιτέχνες όπως η Άνι Λένοξ, η Lady Gaga, η Rihanna, η Lorde και ο Νάιλ Ρότζερς. Τον Δεκέμβριο του 2016 το περιοδικό Billboard την συμπεριέλαβε στη λίστα του με τους 40 Σπουδαιότερους Χορευτές όλων των εποχών.

Φέτος η Jones  κλείνει τα 72 της χρόνια και είναι ενεργή ακόμα κάνοντας συναυλίες ανά τον κόσμο.

Sharon Jones  5  Μαΐου 1956 – 18 Νοεμβρίου 2016

Γεννήθηκε στο Austria της Georgia στην Αμερική και έζησε  σε μικρή ηλικία με τα αδέρφια της στην Νότια Καρολίνα. Στην συνέχεια μετακόμισαν στην Νέα Υόρκη όπου μεγάλωσε σε μια γειτονιά του Brooklyn.

Στην αρχή όπως πάρα πολλοί καλλιτέχνες τραγουδούσε σε εκκλησίες . Σε κάποια στιγμή της ζωής της έγινε σωφρονιστικός υπάλληλος. Παρότι υπήρξε τραγουδίστρια για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της, έγινε γνωστή σε μεγάλη ηλικία αφού το πρώτο της άλμπουμ κυκλοφόρησε το 1996, όταν ήταν 40 ετών. Κυκλοφόρησε αρκετά άλμπουμ με ήχους από την κλασική Funk και Soul μουσική της δεκαετίας του 70 και απέκτησε πολυάριθμους θαυμαστές στη διάρκεια της καριέρας της.

Η Jones είχε συμμετάσχει στην ταινία “The Great Debaters” παίζοντας την τραγουδίστρια με το όνομα «Lila». Επιρροές της στον χώρο της μουσικής αποτελούσαν οι James Brown, Otis Redding, Ike & Tina Turner and Marva Whitney.

Από τις αρχές της δεκαετίας των 00’s oι Dap-Kings και η Jones κυκλοφορούν τις μεγαλύτερες τους επιτυχίες που προήλθαν από τα albums Dap Dippin’ with Sharon Jones and the Dap-Kings (2002), Naturally (2005) και 100 Days, 100 Nights (2007)

Το 2014 ήταν υποψήφια για Γκράμι στην κατηγορία για το καλύτερο άλμπουμ R&B για το άλμπουμ της «Give Τhe People What They Want», στο οποίο είχε συνεργαστεί με το συγκρότημά της, τους Dap-Kings.

Παρότι διαγνώστηκε με καρκίνο το 2013 και υποβλήθηκε σε χειρουργικές επεμβάσεις και χημειοθεραπεία συνέχισε να τραγουδάει.

Συχνά τη συνέκριναν με τον Τζέιμς Μπράουν. Η «βασίλισσα της funk» συνεργάστηκε με καλλιτέχνες όπως ο Λου Ριντ και η Έιμι Γουάινχαουζ, στης οποίας το άλμπουμ «Back to Black» είχε συμμετάσχει. Το τελευταίο της άλμπουμ, με τίτλο «It’s A Holiday Soul Party», κυκλοφόρησε το 2015.

Το 2017 κυκλοφόρησε ένα ντοκιμαντέρ με τίτλο Ζώντας για την soul. Μια εκρηκτική καταγραφή τριών sold out εμφανίσεων των καλλιτεχνών της Daptone Records στον ιστορικό συναυλιακό χώρο Apollo Theater τον Δεκέμβριο του 2014. Απηχώντας τα λόγια της μεγάλης Σάρον Τζόουνς, που εδώ δίνει μία από τις τελευταίες τις συναυλίες πριν από τον θάνατό της από καρκίνο, αυτό το ντοκιμαντέρ ξέρει πως να «δώσει στον κόσμο αυτό που θέλει» (“Give the People What They Want”): την πραγματική soul μουσική.

Το έργο και  η παρουσία της Sharon δεν έχουν ακόμα εξαπλωθεί παντελώς.  Συνεχώς την ανακαλύπτουν παλαιότεροι και νέοι καθώς η σελίδα της στο Spotify έχει πάνω από ένα εκατομμύριο μηνιαίους ακροατές.